Wednesday, August 29, 2012

καλοκαιρακι

Την ώρα που γεννιόμουνα σχολάγανε οι μοίρες
μονάχη μου καθόμουνα κι απ’ τη ζωή κρατιόμουνα
κρατιόμουνα σ’ ένα καφάσι μπίρες
μονάχη μου καθόμουνα κι απ’ τη ζωή κρατιόμουνα
κι ονειρευόμουνα σ’ ένα καφάσι μπίρες

Την ώρα που περπάτησα μου φέραν και τα δώρα
μια νύχτα μόνο κράτησα κι απάνω της γονάτισα
γονάτισα και μου ’λεγαν προχώρα
μια νύχτα μόνο κράτησα κι απάνω της ξεστράτισα
και παραστράτησα στην πρώτη κατηφόρα

Φωτιά κι ανάσταση καρδιά πονάς και σπάσ’ τα εσύ
τα χρόνια που ’φτασα να ζω
φωτιά και δύναμη καρδιά τρελή κι αδύναμη
στον κόσμο που ’ρθαμε χορτάσαμε γκρεμό

Τα λόγια σου τα ψεύτικα φαρμάκι κι αγωνία
μονάχη μου παντρεύτηκα σε βρήκα σ’ ερωτεύτηκα
παιδεύτηκα σ’ αυτή την κοινωνία
μονάχη μου παντρεύτηκα σε βρήκα σ’ εμπιστεύτηκα
και ρεζιλεύτηκα στην παλιοκοινωνία

Φωτιά κι ανάσταση καρδιά πονάς και σπάσ’ τα εσύ
τα χρόνια που ’φτασα να ζω
φωτιά και δύναμη καρδιά τρελή κι αδύναμη
στον κόσμο που ’ρθαμε χορτάσαμε γκρεμό




πλησιαζεις και απομακρυνεσαι..γελας και κλεινοντας τα ματια δακρυζεις..
αντε και εσυ και ο φλαρος σου φωναζεις ψαχνεις λιγο φως απο τα αστερια
και απεναντι τα φυλλα σαλευουν..
γελας ξανα και το κυμα σκαει στην ακτη..
ελα πες αληθεια τι θελεις..
το μικρο σου μυαλουδακι επαναστατει..
το καλοκαιρι μην ζοριζεσαι με σοβαρες σκεψεις..

Wednesday, August 15, 2012

αρχη..

μια φορα και εναν καιρο ηταν σε ενα πυκνο δασος ενα μαυρο τριανταφυλλο που ατενιζε τον γκρεμο..το δασος ηταν γερασμενο απο αιωνες και ομως οι βαθιες φυλλωσιες καθε χρονο εμφανιζονταν και πιο νεες..μεγαλα μωβ πλατανια πλαισιωναν τον ουρανο και οι πευκοβελονες αντικατοπτριζαν το γαλαζιο της θαασσας..κοκκινα τα ανθη τους γεμιζαν τον ανεμο με χρωματα και γλυκους χυμους και μυρωδιες..εναν αχνο μονοπατι διαγραφονταν αναμεσα στα δεντρα ομως το σκοταδι το εκρυβε βαθια..ηταν σαν να μην υπηρχε και ομως ηταν εκει καθε στιγμη..τα δευτερολεπτα περνουσαν αεναα και παντοτινα..ξαφνικα το πεταγμα μιας πεταλουδας εκοψε την σιωπη..μια νεραιδα προσγειωθηκε σε ενα μικρο μαυρο τριανταφυλλο..μπροστα της ο γκρεμος..σηκωσε παλι τα φτερα της και πεταξε αλλη μια φορα..το πρασινο ποταμι μπροστα της περιμενε να την ταξιδεψει μεσα στον καταρρακτη..εφτιαξε μια αυτοσχεδια βαρκουλα απο το ανθος του κρινου και βουτηξε μεσα στον καταρρακτη..πεφτοντας ενιωσε την χαρα των θνητων πριν τον θανατο..ομως ηταν μοναχα ενα πεταρισμα μακρια..στις εκβολες του ποταμου μεριασε την βαρκα της και κατεβηκε..τα δεντρα ηταν πιο πυκνα σε αυτο το σημειο..ασημενιες ελιες..κοιταξε για μια στιγμη το νερο..ο αντικατοπρισμος της για αλλη μια φορα την τρομαξε..το γαλαζιο προσωπο της χανοταν μεσα στο κοκκινο νερο..τα μαλλια της ασπρα σαν τα ματια της..και στο βαθος τους μια κοκκινη φωτια..θυμοταν το πιο γερασμενο φιλο της..
~ τα ματια ειναι δυο καρβουνα που μεσα τους καιει η φωτια της ψυχης σου..καθε φορα πο νομιζεις οτι γινονται σταχτη θα φυσας μεσα σε μια σταλαγματια και τοτε η σοφια ολου του κοσμου θα γινεται τραγουδι για να την ακουσεις.. το μονο που θα κανεις ειναι να αφηνεις διπλα σου τους χαρακτηρισμους σου και γυμνη απο αποψη θα κοινωνας την γνωση..ετσι η φωτια μεσα σου συνεχως θα πυρωνει..προσεξε μοναχα μην σε καταπιει καποια μερα..
ετσι οπως καταπιε και εκεινον καποτε..τον ειδε να ειναι σαν αρρωστος..τα εγκαυματα απλωνονταν σε ολο του το προσωπο..οσο και αν προσπαθησε να του πει να πινει την γνωση με μετρο αυτος ειχε εθιστει..νομιζε πως αν τα γνωριζε ολα θα καταλαβαινε και την θεση του στον κοσμο και θα την υπερασπιζοταν καλυτερα..τελικα το μονο που καταφερε ηταν να γινει πυροτεχνημα στον μαυρο ουρανο..απο τοτε φοβηθηκε την γνωση..αρχισε να ξεχναει..ολα οσα ζουσε..ομορφα ασχημα..εικονες χρωματα αγκαλιες..εκλεισε τα ματια ενα μικρο κοκκινο δακρυ ενωθηκε με την θαλασσα..μια μυρωδια καμμενου αναδηθηκε..πεταρισε τα ματια της και γυρισε στην δουλεια της..
ο οικισμος που εμενε ηταν διπλα στην θαλασσα..αυτο που εκανε ηταν να μελεταει τα αστερια..επρεπε να τα διαβαζει και να υπολογιζει τα πεφταστερια..η ακριβης θεση και ωρα ενος πεσμενου ααστεριου τους εξασφαλιζε την αστεροσκονη που ηταν απαραιτητη για τα μαγια και την επιβιωση τους..τα λαθη της οδηγουσαν σε χαμενο κοπο των αλλων νεραιδων και αυτο της εφερνε θλιψη..ολα της εφερναν θλιψη..
ηθελε να ειναι μια χαρουμενη νεραιδα και τελικα το μονο που εγινε ηταν μια σκουρα μπλε νεραιδα..καμια φορα πηγαινε στα ορια του δασους και σαιτευε ανθρωπους..τους ακουγε να της μιλανε για τα βασανα τους..μαγευοταν απο την ανθρωπινη φυση και απο τα ορια της ανθρωπινης καρδιας..την τρομαζε ο φοβος οσων ηταν γραμμενα στα ματια τους να κανουν..ειχε δει ποταμια αιμα..απο ανθρωπους που ποτε δεν πιστευε οτι ηταν ικανοι να πονεσουν..και το χειροτερο ηταν πως αυτοι ειδικα ηταν πιο πονεμενοι απο ολους..καμια φορα προσπαθουσε και εκλεβε την τρελα απο μεσα τους μα αυτη η υλη αδιακοπα εβρισκε την ενεργεια και μεσα τους παλι θεριωνε η κολαση..φοβοταν να πλησιασει ομως ηξερε πως τα δικα της μαγια ηταν πιο δυνατα απο την κακια τους και τιποτα δεν την αγγιζε..τους εριχνε φεγγαροσκονη και εκεινοι νομιζαν οτι ειναι ονειρο..
ομως εκεινη υπηρχε..εδενε κομπους τις ιστοριες που ακουγε..καθε μια για καθε εναν ανθρωπο..χρωματιστη..διαφανη..αναλογα με το συναισθημα που καθενας απο αυτους της εφερνε στην σκεψη..καμια φορα αναρωτιοταν..
~εγω αραγε πιο χρωμα να ειμαι? τι χρωμα θα μου εδινα? το γαλαζιο της επιδερμιδας μου? η μηπως το σκουρο μπλε της ψυχης μου? μηπως το μαυρο της σκεψης μου η το λευκο του πνευματος μου? ισως το κοκκινο των ματιων μου η μηπως το μωβ που με σκεπαζει ολοκληρη? ισως το πρασινο της γαληνης του νου μου..δεν εβρισκε χρωμα..δεν εβρισκε ησυχια η σκεψη της..